Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2013

Το χώμα μύρισε βροχή.

Καμιά λιακάδα δεν ήταν αρκετή.
Κάτι απ'αυτό το ανεξήγητο φως με αιφνιδίαζε.
Τόσο όμορφο , τόσο αψεγάδιαστο.
Τυφλωνόμουν.
Κάτι κλωτσούσε μέσα μου, στον ήλιο.
Έκλεινα τα μάτια για να δω.

Τί θέλει πια αυτό το φως;
Μαρμαρωμένη χαρά;
Μασκαρεμένη λύπη;
Ποτέ δεν κατάλαβα.

Βροχές.
Νερό που ρίχνει ορμητικά το σύμπαν.
Τζάμια.
Γεμάτα μικροσκοπικές ,κυκλικές , αναμνήσεις.
Ροή.Ρυθμός.

Ναι. Κανένα φως δε νίκησε ποτέ το νερό.
Καμιά λαμπερή σιωπή, δε νίκησε τόσο σκοτεινό ήχο.
Το χώμα μύρισε βροχή.
Κι η νύχτα τρέχει μουσκεμένη να κρυφτεί.
Τα πνευμόνια δε χωράνε άλλη ανάσα.

Ψιχάλες επιτίθενται στο εκτεθειμένο κορμί.
Τις αφήνω να πέσουν στα μάτια.Να τρέξουν.
Να ξεπλύνουν το κακό.

Ο ουρανός πετάει με δύναμη ό,τι φοβήθηκες περισσότερο.
Ό,τι ξέχασες. Ό,τι λαχτάρησες.
Και είναι μια δύναμη που δεν πονάει.
Κι εσύ δεν ξέρεις γιατί τσακίζεις.

Κοίταξα τον ουρανό.
Είδα εσένα.
Έγινες φόβος κι έπεφτες με δύναμη.
Έγινες λησμονιά.Λαχτάρα.
Έπεσες στα μάτια μου.
Έτρεξες ,να ξεπλύνεις το κακό.
Ψιχάλες και δάκρυα δεν ξεχωρίζω.

Ξημερώνει.
Έδυσε η βροχή.
Λιακάδα.
Έσβησαν οι ήχοι.
Εκκωφαντική σιωπή.
Φως.
Έκλεισα τα μάτια να σε δω.
Ήσουν εσύ.
Η σταγόνα που με ξεχείλισε.

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Ο όμορφος δεσμώτης

Δεν είναι κόλαση αυτό που σιγοβράζει.
Ούτε παράδεισος αυτό που μας καλεί.
Μέρα και νύχτα δεν ορίζω.
Με κατατρώει το κακό.

Όμορφη όψη διαβολικού αγγέλου.
Που μ' αγκαλιάζει στοργικά.
Με δάκρυα βρέχει τα συντρίμια.
Με χτίζει πάλι απ'την αρχή.

Τις νύχτες τρέμει απ' το κρύο.
Κρύβεται μέσα μου.
Γίνεται δεύτερο εγώ.
Κι αρχίζει πάλι φαύλος κύκλος.

Αυτός με έχτισε αυτός θα με γκρεμίσει.
Είναι αυτός που σιγοβράζει.
Ο όμορφος δεσμώτης μου.
Κάνει το σώμα φυλακή.

Η σάρκα καίγεται.
Τα σωθικά χορεύουν με το φόβο.
Ο πόνος γίνεται φρικτός.
Ρέει κι αυτός στο αίμα μου.

Δεσμώτης του εαυτού μου.
Αυτός που πιότερο φοβάται από μένα.
Κάθε κραυγή τον εγκλωβίζει.
Κάθε ανάσα τον νικά.

Φωνές και φλόγες εκτοξεύω.
Να φύγει.
Πιο δυνατά.
Ακούς; Να φύγεις.

Δεν ξέρω αν ήταν αυτός η κόλαση.
Τον έδιωξα.
Έκανα τη φωνή μου τόξο.
Τον λάβωσα.

Και τώρα μ'άφησε ελεύθερη.
Δε με γκρεμίζει, δε με καίει.
Δεν ξέρω αν ήταν αυτός η κόλαση.
Μα τούτος ο παράδεισος δε μου ταιριάζει.