Με ξύπνησαν. Ήταν πια μεσημέρι.
Κι ένα κενό πιάνει τη θέση σου,στο δίπλα μαξιλάρι.
Η μέρα κοιτάει μπροστά κι είναι μικρά τα βήματα.
Απόγευμα.
Έπαψα πια από καιρό να περιμένω.
Και δε ρωτάω πια, ούτε και συζητάω.
Κι όσες φορές φαντάστηκα να στέκεσαι στην πόρτα,
τόσες θηλιές μου έπλεξα για να ξυπνώ μαζί τους.
Είναι ακόμη απόγευμα.
Μα ο ήλιος δε διαπερνά τα φιμωμένα τζάμια.
Σε λίγο θα βραδιάσει.
Θα 'ναι, άραγε, πιο δύσκολα απ' ότι το πρωί;
Ξέχασα, κιόλας, τη μεριά σου, στο κρεβάτι.
Κι, αλήθεια, πια, δε με πειράζει.
Κι αν επιβίωσα από 'κείνες τις νύχτες,
εδώ θα 'μαι και αύριο.
Κοιμάμαι στη μέση, να ξέρεις.
Και θέμα αλλάζω, στη σκέψη μου.
Λεπτομέρειες. Μικρές, εθιστικές.
Τρέχουν και σβήνουν μαζί με τον ύπνο.
Τις μετράω μία μία. Φλέβες, σαγόνι, δάχτυλα.
Θολώνουν μαζί με κάθε τι γνώριμο.
Δε φοβάμαι πια. Κι ούτε αναπολώ.
Μου φτάνει να σε νιώθω εκεί έξω.
Να φυσάς, κάθε στιγμή, τις εκπνοές σου.
Κι αυτό το γέλιο, που πασχίζω να ξεχάσω,
να αντηχεί, κάπου εκεί, στον έξω κόσμο.
Δε φοβάμαι πια, ούτε ελπίζω.
Κι ίσως μου φτάνει πως υπάρχεις. Και υπάρχω.
Ίσως, μια μέρα, στ' αλήθεια να μου φτάνει.
Κι ένα κενό πιάνει τη θέση σου,στο δίπλα μαξιλάρι.
Η μέρα κοιτάει μπροστά κι είναι μικρά τα βήματα.
Απόγευμα.
Έπαψα πια από καιρό να περιμένω.
Και δε ρωτάω πια, ούτε και συζητάω.
Κι όσες φορές φαντάστηκα να στέκεσαι στην πόρτα,
τόσες θηλιές μου έπλεξα για να ξυπνώ μαζί τους.
Είναι ακόμη απόγευμα.
Μα ο ήλιος δε διαπερνά τα φιμωμένα τζάμια.
Σε λίγο θα βραδιάσει.
Θα 'ναι, άραγε, πιο δύσκολα απ' ότι το πρωί;
Ξέχασα, κιόλας, τη μεριά σου, στο κρεβάτι.
Κι, αλήθεια, πια, δε με πειράζει.
Κι αν επιβίωσα από 'κείνες τις νύχτες,
εδώ θα 'μαι και αύριο.
Κοιμάμαι στη μέση, να ξέρεις.
Και θέμα αλλάζω, στη σκέψη μου.
Λεπτομέρειες. Μικρές, εθιστικές.
Τρέχουν και σβήνουν μαζί με τον ύπνο.
Τις μετράω μία μία. Φλέβες, σαγόνι, δάχτυλα.
Θολώνουν μαζί με κάθε τι γνώριμο.
Δε φοβάμαι πια. Κι ούτε αναπολώ.
Μου φτάνει να σε νιώθω εκεί έξω.
Να φυσάς, κάθε στιγμή, τις εκπνοές σου.
Κι αυτό το γέλιο, που πασχίζω να ξεχάσω,
να αντηχεί, κάπου εκεί, στον έξω κόσμο.
Δε φοβάμαι πια, ούτε ελπίζω.
Κι ίσως μου φτάνει πως υπάρχεις. Και υπάρχω.
Ίσως, μια μέρα, στ' αλήθεια να μου φτάνει.