Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Είδες;

Ήταν βαθύ.
Ήτανε μαύρο κι ακανόνιστο.
Σκοτάδι. 
Ήταν κενό που ποτέ δε σε χωρούσε.
Ήταν σκληρό.
Σαν φως ,κατάματα, που σβήνει τις μορφές.
Ούτε εσένα δεν ξεχώριζες.
Κεφάλι κι άκρα και κορμός.
Μια μάζα, άτακτα ,σχηματισμένη.
Κουλουριασμένη στον πάτο.

Έχασες.
Δε σ'άφησαν να παίξεις ,κι όμως έχασες.
Κι η μάζα σου έγινε κραυγή.
Κραυγή στον ατσάλινο πυρήνα.
Κανένα φως δεν άναψε.

Δίκασες τους θεούς και βγήκαν ένοχοι.
Έριξες κώνειο στο νέκταρ για εκδίκηση.
Κείτονταν πια νεκροί.
Έμεινες πάλι μόνη.

Και το σκοτάδι γιγαντώθηκε.
Χαράχτηκε στο δέρμα σου.
Το αίμα έρεε σε ζωντανές σταγόνες.
Μόνο κόκκινες μικρές κηλίδες ζωής.

Σκοτάδι πάλι.
Σβήσαν οι σταγόνες.
Μίκρυνε κι άλλο το κενό.
Δεν είχες πια κανέναν να σταυρώσεις.

Κι ο φαύλος κύκλος σου άρχισε να σ'αρέσει.
Σκοτάδι ,κενό,σκοτάδι πάλι.

Μα ξάφνου το σκοτάδι έσπασε.
Κι είδες τα χέρια σου να ξεκολλούν από τη μάζα.
Να δείχνουν κάπου στο ατέρμονο κενό.
Είδες τα χέρια σου..
Είδες.
Μα γιατί βλέπω;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου