Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Μόνο εσένα πήρες.

Όχι, δεν πήρες την καρδιά μου όταν έφυγες.
Δεν πήρες ραγισμένα , γυάλινα κομμάτια.
Όσα σου φώναξα ήτανε ψέματα.
Και όσα έκρυψα , τα 'κρυψα κι από μένα.
Όχι, δε θα πεθάνω αν δε γυρίσεις.
Δεν έχω αυτή την πολυτέλεια.
Ήμουν χαρτί και τσαλακώθηκα.
Κι αν  προσπαθώ να ισιωθώ , θα μείνουν τα σημάδια.

Κανένα σύμπαν δε σταμάτησε τη βόλτα του.
Ούτε η γη έπαψε να γυρίζει.
Δεν ήμασταν ούτε ένας κόκκος άμμου σε τούτη την ολότητα.
Όχι .
Δεν ήσουν το καλύτερο ή το χειρότερο που μου συνέβη.
Δε συνωμότησαν τα άστρα για εμάς.
Κι όταν μας διέλυσες δεν έπεσε ούτε ένα φύλλο.

Όχι δεν έγιναν βροχή τα δάκρυά μου.
Ούτε τραντάζουνε το χώμα οι κραυγές.
Έφυγες.
Τ' άφησες όλα σκόρπια κι ακατάστατα.
Μ'άφησες να ονειρεύομαι το γυρισμό.

Μα ο ήλιος ξαναβγήκε αμέτρητες φορές.
Κι όλα τα "γιατί" του κόσμου στοιβάχτηκαν μες το κεφάλι.
Γιατί τίποτα δεν έχει αλλάξει;
Γιατί αυτό το σήμερα μοιάζει με το χθες;
Και ξέρω, κάθε επόμενο σήμερα θα 'ναι ξανά το ίδιο.

Όχι, δεν έσβησε η ψυχή μου όταν έφυγες.
Και κάθε ανάσα διαδέχθηκε την προηγούμενη.
Και όπως ζούσα , πριν ,έτσι και τώρα ζω.
Μόνο την αγκαλιά σου πήρες.
Μόνο τη σιγουριά.
Και να 'μαι. Ζω χωρίς αυτή.
Μόνο τα μάτια σου πήρες.
Κι αυτά τα βλέπω όταν κλείνω τα δικά μου.
Μόνο τον εαυτό σου πήρες.

Κανένα σύμπαν δε σταμάτησε τη βόλτα του.
Κι η γη γυρίζει.
Και όπως ζούσα , πριν ,έτσι και τώρα ζω.
Και η καρδιά χτυπάει μέσα μου.
Μόνο εσένα πήρες.

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Κάθε που το φως ανάβει

Ξέρεις πως θα 'ναι ένα ακόμη βράδυ.
Όταν η λάμπα του δρόμου γίνει ξανά η συντροφιά σου.
Ξέρεις καλά πως θα τ' αντέξεις.Πάλι και πάλι.
Μέχρι η λάμπα να σβήσει κι εσύ να κοιμηθείς.
Νιώθεις τα κενά σου αισθήματα να χοροπηδούν.
Λες και το σκοτάδι τα γεμίζει αδρεναλίνη.
Βλέπεις τους κόσμους σου να γίνονται συντρίμια.
Το είδωλο στο τζάμι ασχημαίνει, με την ώρα.
Καπνός και αλκοόλ σε κατακλύζουν .
Η πιο γελοία σου παρηγοριά.
Ξέρεις ,καιρό τώρα, πως δε βοηθούν..
Έζησες αμέτρητες επαναλήψεις.
Έμαθες ,με τον καιρό, να υπομένεις.
Κι απόφαση ακόμα δεν το πήρες.
Δε βρήκες τίποτα ικανό ,να σβήσει την απόγνωση.
Το φως θα έρχεται κάθε τέτοια νύχτα.
Να σου θυμίζει αυτά που έκαψε ο ήλιος ,το πρωί.
Κι εσύ επιμένεις να καταπίνεις καταχρήσεις.
Ελπίζοντας να εκπνεύσεις ,κάποια νύχτα, μία λύση.
Και πόσο σε πληγώνει που μέσα σου ξέρεις.
Θα' ναι ακόμη ένα τέτοιο βραδυ.
Κι ,όμως, επιμένεις να παιρνιέσαι για σπουδαίος.
Που ,κάθε που το φως ανάβει, "ξεγελάς" απ'την αρχή τον εαυτό σου.
Και που δεν έφτασε ακόμα εκείνο το πρωί.

Μα, κοίτα, το φως άναψε.
Έτοιμος, κι απόψε, να ξεγελαστείς;

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Είδες;

Ήταν βαθύ.
Ήτανε μαύρο κι ακανόνιστο.
Σκοτάδι. 
Ήταν κενό που ποτέ δε σε χωρούσε.
Ήταν σκληρό.
Σαν φως ,κατάματα, που σβήνει τις μορφές.
Ούτε εσένα δεν ξεχώριζες.
Κεφάλι κι άκρα και κορμός.
Μια μάζα, άτακτα ,σχηματισμένη.
Κουλουριασμένη στον πάτο.

Έχασες.
Δε σ'άφησαν να παίξεις ,κι όμως έχασες.
Κι η μάζα σου έγινε κραυγή.
Κραυγή στον ατσάλινο πυρήνα.
Κανένα φως δεν άναψε.

Δίκασες τους θεούς και βγήκαν ένοχοι.
Έριξες κώνειο στο νέκταρ για εκδίκηση.
Κείτονταν πια νεκροί.
Έμεινες πάλι μόνη.

Και το σκοτάδι γιγαντώθηκε.
Χαράχτηκε στο δέρμα σου.
Το αίμα έρεε σε ζωντανές σταγόνες.
Μόνο κόκκινες μικρές κηλίδες ζωής.

Σκοτάδι πάλι.
Σβήσαν οι σταγόνες.
Μίκρυνε κι άλλο το κενό.
Δεν είχες πια κανέναν να σταυρώσεις.

Κι ο φαύλος κύκλος σου άρχισε να σ'αρέσει.
Σκοτάδι ,κενό,σκοτάδι πάλι.

Μα ξάφνου το σκοτάδι έσπασε.
Κι είδες τα χέρια σου να ξεκολλούν από τη μάζα.
Να δείχνουν κάπου στο ατέρμονο κενό.
Είδες τα χέρια σου..
Είδες.
Μα γιατί βλέπω;


Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Κι ελπίζεις.

Και τί ήταν αυτό που έψαχνες;
Το πρώτο γέλιο;
Τον τελευταίο θρήνο;

Σπατάλησες τις νύχτες σου.
Γιγάντωσες τους φόβους.
Τί ήταν αυτό που έψαχνες;

Ζωγράφισες ρυτίδες.
Μία για κάθε στιγμή που έχασες.
Και για κάθε μια που κέρδισες,
έσβησες μια ελπίδα.
Όταν ζεις πραγματικά,
ποτέ δεν ελπίζεις.
Έχεις το τώρα σου
και κανένα μετά δε γυαλίζει.

Μα κάθε λεπτό, που η ζωή λιγοστεύει, ελπίζω.
Κι ελπίζεις.

Και τί είναι αυτό που μένει από τόση ελπίδα;
Ένα τέλος γεμάτο προσμονή.
Καμιά εκτόνωση.
Αναμονή.

Και πήρες τη βαθιά εισπνοή ,
και τέλειωσαν όλα ,πριν την αφήσεις.
Πριν σε αφήσει.

Τί ήταν αυτό που έψαχνες;
Πλήρωσες μετρητά για να το ψάξεις.
Πλήρωσες σε ζωή μα δεν το βρήκες.

Η ζωή λιγοστεύει κι ελπίζεις.
Η ζωή λιγοστεύει. Δε ζω.

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

Αγάπα με

Αγάπα με.
Δυο λέξεις ζήτησα.
Αγάπα με.
Δε ζήτησα να γίνεις κτήμα μου.
Ούτε να είμαι εγώ κ άλλος κανένας.
Απλά και ήρεμα.
Αγάπα με.
Ακόμα κι αν ο κόσμος γυρίζει σαν τρελός. 
Κι οι μέρες κι αν γλιστράνε απ'τα χέρια.
Ακόμα κι αν οι νύχτες φαντάσματα γεμίσουν.
Αγάπα με και ψάξε στη ντουλάπα.
Να βρεις το τέρας που με τρώει.
Να το φωτίσεις με τη μέρα και να φύγει.
Αγάπα με και μείνε εδώ.
Μα αν φύγεις, περισσότερο αγάπα με.
Αγάπα με όπως σ' αγαπώ.
Κι αν θέλεις και πιο πάνω.
Γέφυρες χτίσε κι έλα να με βρεις.
Θα περιμένω στα ωραία μας τα μέρη.
Θα περιμένω στους γκρεμούς που ρίξαμε ανάμεσα μας.
Αν είσαι δίπλα μου αγάπα με.
Μα αγάπα με διπλά αν είσαι απέναντι.
Κι αν νιώσεις πως έπαψες να μ'αγαπάς.. 
Αγάπα με ξανά απ'την αρχή.
Αγάπα με.
Κι αν κουραστείς και φύγεις..
Και είσαι μακριά.
Και δεν ξυπνάς μαζί μου.
Και δε σ'αρέσω πια.
Αγάπα με.
Κι αν αλλάξαμε κι οι δυο.
Κι αν δε σ' αρέσεις δίπλα μου.
Και αν φοβάσαι το μετά.
Κι αν βαρέθηκες το τώρα.
Αγάπα με.
Όσο εγώ ή και λιγότερο.
Όπως εγώ ή και αλλιώτικα.
Μαζί μου ή και χώρια.
Αγάπα με.
Σβήσαν τα φώτα μ'ακόμα σε βλέπω.
Αφού μια ζωή κοιτούσα καθρέφτες.
Με μάτια κλειστά καλύτερα βλέπω.
Εγώ είμαι εσύ.
Κι εσύ δεν είσαι εδώ.
Αγάπα με.
Κι όταν ξεχνάς να αγαπάς.
Θυμήσου πως μ'αγάπησες.


Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2013

Το χώμα μύρισε βροχή.

Καμιά λιακάδα δεν ήταν αρκετή.
Κάτι απ'αυτό το ανεξήγητο φως με αιφνιδίαζε.
Τόσο όμορφο , τόσο αψεγάδιαστο.
Τυφλωνόμουν.
Κάτι κλωτσούσε μέσα μου, στον ήλιο.
Έκλεινα τα μάτια για να δω.

Τί θέλει πια αυτό το φως;
Μαρμαρωμένη χαρά;
Μασκαρεμένη λύπη;
Ποτέ δεν κατάλαβα.

Βροχές.
Νερό που ρίχνει ορμητικά το σύμπαν.
Τζάμια.
Γεμάτα μικροσκοπικές ,κυκλικές , αναμνήσεις.
Ροή.Ρυθμός.

Ναι. Κανένα φως δε νίκησε ποτέ το νερό.
Καμιά λαμπερή σιωπή, δε νίκησε τόσο σκοτεινό ήχο.
Το χώμα μύρισε βροχή.
Κι η νύχτα τρέχει μουσκεμένη να κρυφτεί.
Τα πνευμόνια δε χωράνε άλλη ανάσα.

Ψιχάλες επιτίθενται στο εκτεθειμένο κορμί.
Τις αφήνω να πέσουν στα μάτια.Να τρέξουν.
Να ξεπλύνουν το κακό.

Ο ουρανός πετάει με δύναμη ό,τι φοβήθηκες περισσότερο.
Ό,τι ξέχασες. Ό,τι λαχτάρησες.
Και είναι μια δύναμη που δεν πονάει.
Κι εσύ δεν ξέρεις γιατί τσακίζεις.

Κοίταξα τον ουρανό.
Είδα εσένα.
Έγινες φόβος κι έπεφτες με δύναμη.
Έγινες λησμονιά.Λαχτάρα.
Έπεσες στα μάτια μου.
Έτρεξες ,να ξεπλύνεις το κακό.
Ψιχάλες και δάκρυα δεν ξεχωρίζω.

Ξημερώνει.
Έδυσε η βροχή.
Λιακάδα.
Έσβησαν οι ήχοι.
Εκκωφαντική σιωπή.
Φως.
Έκλεισα τα μάτια να σε δω.
Ήσουν εσύ.
Η σταγόνα που με ξεχείλισε.

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Ο όμορφος δεσμώτης

Δεν είναι κόλαση αυτό που σιγοβράζει.
Ούτε παράδεισος αυτό που μας καλεί.
Μέρα και νύχτα δεν ορίζω.
Με κατατρώει το κακό.

Όμορφη όψη διαβολικού αγγέλου.
Που μ' αγκαλιάζει στοργικά.
Με δάκρυα βρέχει τα συντρίμια.
Με χτίζει πάλι απ'την αρχή.

Τις νύχτες τρέμει απ' το κρύο.
Κρύβεται μέσα μου.
Γίνεται δεύτερο εγώ.
Κι αρχίζει πάλι φαύλος κύκλος.

Αυτός με έχτισε αυτός θα με γκρεμίσει.
Είναι αυτός που σιγοβράζει.
Ο όμορφος δεσμώτης μου.
Κάνει το σώμα φυλακή.

Η σάρκα καίγεται.
Τα σωθικά χορεύουν με το φόβο.
Ο πόνος γίνεται φρικτός.
Ρέει κι αυτός στο αίμα μου.

Δεσμώτης του εαυτού μου.
Αυτός που πιότερο φοβάται από μένα.
Κάθε κραυγή τον εγκλωβίζει.
Κάθε ανάσα τον νικά.

Φωνές και φλόγες εκτοξεύω.
Να φύγει.
Πιο δυνατά.
Ακούς; Να φύγεις.

Δεν ξέρω αν ήταν αυτός η κόλαση.
Τον έδιωξα.
Έκανα τη φωνή μου τόξο.
Τον λάβωσα.

Και τώρα μ'άφησε ελεύθερη.
Δε με γκρεμίζει, δε με καίει.
Δεν ξέρω αν ήταν αυτός η κόλαση.
Μα τούτος ο παράδεισος δε μου ταιριάζει.