Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

Ένα πρωί όπως τόσα

 Και ξύπνησε κι εκείνο το πρωί εγκλωβισμένη σε ένα κορμί ξένο.Ένα κορμί που δε μπορούσε να ελέγξει. Κόπηκαν τα σχοινιά που την καθοδηγούσαν και σα μαριονέτα,με την ανέπαφη έκφραση που της είχαν ζωγραφίσει στο σμιλεμένο πρόσωπο,σωριάστηκε στο πάτωμα.Κι έμεινε εκεί να κείτεται ,μέσα στο αφιλόξενο σώμα ,που ήταν αναγκασμένη να περιφέρει σα βιτρίνα του εαυτού της.Ενός εαυτού που έβλεπε σα τιμωρία, απ'τον υποτιθέμενο Θεό, για κάποιο σφάλμα που έκανε και ίσως δε θυμάται ή που ακόμη δεν έχει αναγνωρίσει.
 Έχει ,σχεδόν, ξεχάσει πια την αψεγάδιαστη μορφή που έζησε στο σώμα της πριν έρθει το σκοτάδι. Που γεύτηκε στο τότε κάθε σταγόνα ξεγνοιασιάς και τα άσχημα τα άφησε κληρονομιά στο τώρα. Κι αυτό το τώρα είναι βαρύ για μια μόνο πλάτη.
 Κι έτσι γονάτισε και έκλεισε τα μάτια ,την ψεύτικη και κρύα λύπηση θέλοντας ν'αποφύγει. Όχι δεν παραιτήθηκε.Δεν έμαθε να είναι απ'τους χαμένους. Αφέθηκε μονάχα στο ρευστό σκοτάδι .Στο μαύρο που κατέκλυσε  το είναι της.Και διάλεξε να  βυθιστεί μαζί του ,εκεί όπου δεν υπήρχε κανείς να την αναγνωρίσει. Κάνεις να κρίνει και να καταδικάσει αυτό στο οποίο μεταμορφωνόταν. Κάνεις ικανός να ανακαλύψει πως ήταν απλά ο εαυτός της.Ο ίδιος εαυτός που κρύφτηκε για χρόνια πίσω από τη φτιαχτή ευτυχία. Αυτός που τώρα γιγαντώθηκε και σταμάτησε να χωρά σ'εκείνο το χαριτωμένο καλούπι που τη βόλεψε τότε. Αυτός που εκείνη δεν αγάπησε κι ας πέρασαν τόσοι που κατάφεραν τ'αντίθετο.
 Κι έτσι,σαν έρμαιο στα χέρια μιας ζωής που συνεχιζόταν με παγερή αδιαφορία , έπαιξε το ρόλο του θεατή, περιμένοντας τους τίτλους τέλους για να δει αν η ζωή της θα τερμάτιζε στο "..και ζήσαν αυτοί καλά". Όμως εκείνη είχε άλλα σχέδια.
 Βλέπεις η ζωή δε φτάνει έτσι απλά στο τέρμα της. Για κείνη δεν είσαι εσύ κι εκείνος κι ο άλλος. Είναι η ροή ,ατέρμονη και επιβλητική. Κι εσύ τυχαίος και μηδαμινός,πέφτεις θύμα της και κυλάς μαζί της μέχρι να σε πετάξει στο επόμενο στενό. Μόνος κι ασήμαντος εσύ, πρέπει να μάθεις απ'την αρχή να περπατάς και να μιλάς και να αντέχεις.
 Μοιάζει σαν , στη ζωή ,να γεννιέσαι πάνω από μια φορές.  Γεννιέσαι κάθε φορά που εκείνη δεν είναι σίγουρη πως πρέπει να πεθάνεις κι έτσι σου δίνει μια κλωτσιά να δει αν θες να ξαναρχίσεις.
 Βρέθηκε κι εκείνη σε ένα τέτοιο στενό και τώρα το κοιτάζει τρομοκρατημένη και απρόθυμη.
 Κι όσο περιμένει,ακίνητη, έναν ανέλπιστο σωτήρα ,κάποιον γήινο Μεσσία,νιώθει περίγελος της ματαιότητας. Βιώνει τη μοναξιά σα να 'ναι τελικά αυτή ο προορισμός της.
 Μα εκείνο το πρωί ,που πίστευε πως θα χάνονταν στη νύχτα ,όπως τόσα και τόσα πρωινά, είδε την ύπαρξή της να παίρνει μορφή.Εκείνη τη γνώριμη μορφή,κάπως αλλαγμένη και φθαρμένη ,μα το ίδιο ζωντανή με τότε. 
 Δεν ήταν τίποτα άλλο παρά σάρκα και οστά ,ίσως και λίγη λογική. Κάτι που τώρα της φαινόταν πολύ ασήμαντο για να του αφιερώσει τόση θλίψη. Κάτι πολύ ρηχό για να της κλέψει αυτή τη μια ευκαιρία για ζωή.
 Δε χρειαζόταν τίποτα άλλο για να σηκωθεί να πιάσει και πάλι τα σχοινιά και να αρχίσει την παράσταση ,με τους δικούς της όρους τώρα πια.
 Ήταν μια μαριονέτα με σάρκα και οστά.Αυτό ήταν.

Σάββατο 19 Μαΐου 2012

Σου είπα ποτέ ευχαριστώ;


Θυμάσαι πότε είπες τελευταία φορά στο σύντροφό σου ότι τον αγαπάς; Θυμάσαι ποιό ήταν το τελευταίο ευχαριστώ στους ανθρώπους που είναι δίπλα σου και σε στηρίζουν;Θυμάσαι αν έδειξες ποτέ ευγνωμοσύνη στην οικογένεια που σε έκανε αυτό που είσαι σήμερα;
Θυμάσαι;

Γιατί εγώ ξέχασα.. Δηλαδή..Σκέφτηκα να παραπονεθώ στο τρίτο τηλέφωνο της μαμάς μου, γιατί διέκοπτε την ταινία μου.Σκέφτηκα να θυμώσω με τη φίλη μου, που παρέλειψε να μου πει το φρέσκο της νέο.Σκέφτηκα να φωνάξω στο αγόρι μου,που ξέχασε τη γιορτή μου. Πότε ήταν άραγε η τελευταία φορά που σκέφτηκα να πω σε αυτούς τους ανθρώπους ότι η ζωή μου θα ήταν ένα τεράστιο, βαρετό και ασήμαντο κενό αν δεν υπήρχαν;Πότε τους τηλεφώνησα, για να τους πω απλώς, πόσο τυχερή νιώθω που βρέθηκαν στο δρόμο μου,που έκαναν τις μέρες μου πιο όμορφες και τα βράδια μου λιγότερο μελαγχολικά;Πότε τους έδωσα να καταλάβουν πόσα πράγματα άλλαξαν γύρω μου απο τη στιγμή που εμφανίστηκαν;Ναι ,πριν σε γνωρίσω,έκλαιγα μόνη μου το βράδυ και το επόμενο πρωί παρίστανα πως τίποτα δεν είχε συμβεί. Ναι, αν δεν ησουν εκεί να με ακούσεις, θα καθόμουν ακόμη κλεισμένη σε εκείνο το δωμάτιο, μετρώντας τα λάθη μου ,με μοναδική ευχή να γυρίσω πίσω το χρόνο και να τα κάνω όλα σωστά αυτή τη φορά.Ναι ,μαμά, χωρίς εσένα θα ήμουν ανασφαλής και τρομοκρατημένη με τον κόσμο που με περιβάλλει.
Κι όμως εγώ,ίσως κι εσύ, θεωρούμε τόσο δεδομένο πως οι άλλοι γνωρίζουν όλα αυτά που μπορεί να έχουν κάνει για μας. Και τί γίνεται αν εκείνοι δεν περνούν τις μέρες τους σκεπτόμενοι πόσα έχουν ήδη κάνει για μας, αλλά ψάχνουν τρόπους για να κάνουν ακόμη περισσότερα,ενώ εσύ την ίδια στιγμή προβάλλεις τον ανικανοποίητο εαυτό σου ,σα να είναι ο καλύτερος που μπορείς να έχεις; Τί γίνεται αν εσύ δεν μίλησες ή δεν έδειξες ποτέ ευγνωμοσύνη;Αν αρκέστηκες σε όσα θεωρείς δεδομένα και αρνήθηκες να δεις πόσο χρειάζονται οι άνθρωποί σου ,να ακούσουν πως εκτιμάς την ύπαρξή τους στη ζωή σου; Τότε κινδυνεύεις τους να χάσεις μια μέρα,χωρίς να μάθουν ποτέ πόσα σήμαιναν για σένα, πόσο άλλαξες σαν άνθρωπος χάρη σε εκείνους,πόσο πιο πολύ αγαπάς τον εαυτό σου, επειδή εκείνοι είδαν την όμορφη πλευρά του, πριν από σένα.
Ήρθε η δύσκολη ώρα να πεις τη δική σου αλήθεια. Έκανες τη ζωή μου καλύτερη και σου οφείλω,τουλάχιστον,ένα ευχαριστώ. Δε χρειάζονται περισσότερα.Μια απλή φράση και θα έχεις κάνει κάποιο αγαπημένο σου πρόσωπο λίγο πιο ευτυχισμένο, απ' ότι ήταν μερικά λεπτά πριν. Δοκίμασε,μπορεί να μην είναι και τόσο δύσκολο τελικά. Γιατί ίσως κι εσύ έχεις αλλάξει τη ζωή κάποιου.Αυτό που ίσως δεν έχεις,είναι η ευκαιρία να το μάθεις.
Σου είπα ποτέ ευχαριστώ;

Σάββατο 12 Μαΐου 2012

Χρυσόψαρα

Είσαι εσύ,ο ένας απο αυτούς.Εσύ που ζεις.
Μιλάς,γελάς,αργά περπατάς.
Μα ξέχασες πως είναι να θυμάσαι.
Κάτι ωραίο,άσχημο κι αδιάφορο ακόμα.
Κάτι που τέλειωσε ή κάτι που δεν άφησες ν' αρχίσει.
Αυτό που πόνεσε ή την ψυχή σου λύτρωσε.
Περνά και φεύγει η στιγμή κι εσύ ξεχνάς να τη φυλάξεις.
Και κάθε τί πεθαίνει μόλις τα μάτια ξανανοίξεις.
Κι είσαι κι εσύ.
Που διαφέρεις απ'όλους τους ίδιους.
Είσαι εσύ ,που δεν ξέρεις στ'αληθεια ποια είσαι.
Και που θέλεις σ'εκείνους, στο βάθος, ν'ανήκεις.
Ζεις κι εσύ κάπου εκεί.
Και μιλάς,και γελάς κι αργά περπατάς.
Όμως μόνη στο δρόμο δεν είσαι.
Γιατί τα ωραία και τα άσχημα μαζί σου βαδίζουν.
Το ένα νικάει το άλλο και η μάχη ποτέ δεν τελειώνει.
Είναι όλα εκεί,να βαραίνουν τους ώμους σου.
Όσα θες να θυμάσαι κι όσα εύχεσαι να είχες ξεχάσει.
Και συνεχίζεις να ζεις.
Να περπατάς,να κουβαλάς.
Κι έχεις δικές σου στιγμές κι άλλες όχι και τόσο δικές σου.
Κι έιναι φορές που μοιάζεις με ουρανό ,που βλέπει  πρώτη φορά τ'αστέρια.
Η μορφή σου φωτίζεται και λάμπει ,δήθεν ευχαριστημένη.
Μα τα μάτια σου κρύβουν τα σύννεφα.
Εκείνα, που έλκονται απ'το φως.
Που τη λάμψη ζηλεύουν,και τη θέση της να πάρουν πασχίζουν.
Είναι αυτή.
Η αβάσταχτη υπενθύμιση της μνήμης.
Που στο βλέμμα σου ξέρει καλά να κρυφτεί.
Μέχρι κάποιος απλά να κοιτάξει.
Κι είναι αυτή που σε κάνει να μοιάζεις σε σένα και μόνο.
Σαν κύμα που βλέπει τα χρυσόψαρα απλά να περνούν.
Που ζηλεύει και φωνάζει μα κανείς δεν τ'ακούει.
Κι εκείνα περνούν.
Τη μορφή σου ξεχνούν.
Και δρόμο αλλάζουν και φεύγουν.
Κι εσύ μένεις πίσω, δεν είσαι απο δαύτους.
Είσαι εσύ.
Που μ'άλλον δε μοιάζεις.
Κι όσα κοπάδια με χρυσόψαρα περάσουν,εσύ θα τα θυμάσαι.
Γιατί έτσι γεννήθηκες.
Αυτή είναι η φτασιά σου.
Να θυμάσαι αυτά που σβήνουν οι άλλοι.
Και με βλέμμα να λες όσα θέλουνε λόγια.
Είσαι εκεί και κοιτάς μα κανείς δε σε βλέπει.
Μα αν κανείς δε σε βλέπει,τότε εγώ πως σε ξέρω;

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

Κάθε εκείνη

Εκείνη.
Που άνοιξε την πόρτα σου στον παγωμένο κόσμο.
Που κράτησε το χέρι σου σφιχτά και τη ζωή σου τράβηξε εκεί έξω να κυλήσει.
Που βρήκε ξέφωτα με άσπρες μαργαρίτες την ομορφιά της μέρας να σου δείξει.
Που ίστοριες κάθε βράδυ σκαρφιζόταν κι έφτιαχνε κόσμους για να τρέχεις σαν κοιμάσαι.
Που έβαλε πανιά στο πρόσωπό σου και πήρε το κακό στην αγκαλιά της.
Που ξέχασε εκείνη ν'αγαπάει κι εσένα έκανε Θεό για να λατρεύει.
Κι εκείνη.
Που έζησε σαν να΄ταν άλλος εαυτός τα ανέμελά σου χρόνια.
Που σμίλεψε κουτάκια μαγικά τα μυστικά να κρύβει.
Που κέντησε μαντήλια καθαρά τα σκονισμένα δάκρυά σου να φυλάξει.
Που έβαφε με χρώματα τα όνειρα και τις κρυφές ευχές σου.
Που έκλαψε και γέλασε μέσα στα δυο σου χέρια.
Που είναι εκεί να ακούει όποτε κι αν φωνάζεις.
Κι εκείνη.
Που γέννησε τον έρωτα που ως τότε σου κρυβόταν.
Που αγάπησε τον άνθρωπο που μέσα σου πλαγιάζει.
Που έντυσε τις νύχτες σου με μεταξένιο φως.
Που έκανε τις μέρες να περνούν χωρίς να το ορίζεις.
Που άφησε στον κόσμο σου μια πινελιά στοργής.
Που μέσα απο τα μάτια της εσένα πια κοιτάζεις.
Κι εκείνη.Κι εκείνη.Κι εκείνη.
Που μίλησε  γλυκά δίχως να σε γνωρίζει.
Που τη χαρά μοιράστηκε χωρίς να το ζητήσεις.
Που έφτιαξε τη μέρα σου ή φώτισε τη νύχτα.
Κι εκείνη.
Που δίπλα σου περνά και ίσως δεν τη βλέπεις.
Που κάθε μέρα συναντάς και ίσως δεν προσέχεις.
Που κάποτε σε φρόντισε μα πια δεν το θυμάσαι.
Είναι εκείνη, εκείνη και κάθε εκείνη.
Που δίνει ύπαρξη στον κόσμο κι αν θέλει του την παίρνει.
Είναι για μένα και για σένα κάτι άλλο.
Είναι εκείνη που ζει κοντά ή μακριά σου.
Είναι γιορτή,χαρά και θλίψη.
Είναι εκείνη που αγήπησες ή πάντα θα αγαπάς.
Είναι εκείνη για μένα κι εκείνη για σένα.
Είναι εκεί για μένα κι εκεί για σένα.
Είναι εκέινη και κάθε εκείνη.

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Ο κόσμος του Δεν

Δεν γεννήθηκα φτιαγμένη όπως θα 'θελα να είμαι ,γιατί η ζωή με σμίλεψε και άλλαξα μορφή.Δε μεγάλωσα στη ζωή που ονειρεύτηκα,γιατί ο κόσμος όρισε τί όνειρα θα κάνω.
Δεν έζησα τα όνειρα που έκανα με μάτια άνοιχτα, γιατί νωρίς με έσπρωξαν το δρόμο μου να βρω.
Δεν τερμάτισα το δρόμο που διάλεξα,γιατί στην πορεία έστριψα προς κάτι άλλο, λαμπερό, που τράβηξε την προσοχή μου.
Δεν ξέρω αν ήτανε χρυσός αυτό που μ'έκανε να στρίψω,γιατί τυφλώθηκα απ΄τη βαριά του λάμψη.
Δε φοβήθηκα το σκοτάδι που έπνιξε το σώμα μου,γιατί η ψυχή μου χάραζε δικό της μονοπάτι.
Δεν έμαθα να βλέπω τα εμπόδια στη νέα μου πορεία,γιατί η νύχτα τα 'δειχνε πιο όμορφα κι αθώα.
Δε μ'άφησα να πέσω όσες φορές κι αν σκόνταψα,γιατί μια δύναμη να μάθω με κρατούσε.
Δεν έμαθα ακόμα ποια είμαι στ'αλήθεια, γιατί το είδωλό μου στον καθρέφτη δεν έμαθα να αγαπώ.
Δεν έσπασα το είδωλο που μπούχτισα να βλέπω,γιατί φοβήθηκα μαζί του μη σπάσω και κοπώ.
Δεν πήρα τα κομμάτια μου να τα ενώσω πάλι,γιατί αυτό που ήμουν βαρέθηκα να ψάχνω.
Δεν έψαξα ποτέ να δω τί είχα χάσει,γιατί ανθρώπους είχα να γεμίζουν τα κενά.
Δεν κατάφερα να δω εκείνοι τί αγάπησαν,γιατί τα μάτια μου έκλεινα σε ό,τι έδειχναν.
Κι όταν τ'αυτιά μου άνοιξα ν'ακούσω τί μου φώναζαν, η εκκωφαντική σιωπή με ξύπνησε.
Κι όταν τα μάτια μου άνοιξα να δω αυτό που έβλεπαν, βρέθηκα μόνη να κοιτάζω το κενό.
Κι όταν το στόμα άνοιξα να τους φωνάξω πίσω ,φωνή δεν είχα από μέσα μου να βγει.
Κι όταν τα χέρια άνοιξα τη μοναξιά να διώξω ,τότε η ζέστη τους μου έδωσε πνοή.
Κι όταν δυο χέρια μ'έσφιξαν και είπαν "είμαι εδώ" ,τότε μονάχα φύγαν απ'τα μάτια μου οι σκιές.
Και τότε μπόρεσα να βγάλω απ'το πρόσωπο τα χέρια και δίχως φόβο να κοιτάξω και να δω.

Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Η μέρα και η νύχτα είμαι εγώ.

Γιατί δεν κοιμάσαι τα βράδια;Ρώτησε.
Καμία απάντηση.
Γιατί ξυπνάς το πρωί;
Σιωπή και πάλι.
Αγαπάς τη μέρα μα λατρεύεις τη νύχτα. Τη μέρα είσαι φωτεινή κι αστράφτεις σαν ακατέργαστο διαμάντι. Με τη νύχτα κι εσύ σκοτεινιάζεις και κρύβεις τη λάμψη σου στις σκιές.
Και πότε μ'αγαπάς περισσότερο, ρώτησα.
Σκέφτηκε λίγο κι ύστερα συνάντησε το βλέμμα μου.
Το πρωί,είπε.Που ξυπνάς δυσαρεστημένη, που διακόπηκαν τα όνειρά σου.Που ξυπνάς χαμογελαστή βλέποντας τον ήλιο να τρυπώνει κάτω απ'τη μύτη σου στο δωμάτιο.Που ξυπνάς για ν'αρχίσεις κάτι νέο κι όχι να αναπολήσεις ό,τι δε μπορείς να αλλάξεις.
Χαμογέλασα.
Και το βράδυ,συνέχισε. Που ξενυχτάς με σκέψεις, που χαράζουν μικρές ρυτίδες γύρω απ'το στόμα σου.Που τα μάτια σου νυχτώνουν και γεμίζουν σταγόνες θλίψης.Που προσπαθείς να ξεχάσεις ό,τι σε πόνεσε και να σβήσεις μαζί του ό,τι ακόμη σε πονάει.
Χαμήλωσα το βλέμμα.
Δεν είσαι άλλη το πρωί κι άλλη το βράδυ. Δεν είσαι δύο πράγματα ασύνδετα,ξεχωριστά. Είσαι δύο πρόσωπα του ίδιου πράγματος. Είσαι η ευτυχία και η πίκρα. Η αισιοδοξία και η απογοήτευση. Είσαι εσύ.Ολοκληρωμένη και ασταθώς αμετακίνητη.
Δεν αγαπώ τη μέρα. Τη ζηλεύω.Είναι τόσο σίγουρη πως ,ό,τι κι αν συμβεί ,εκείνη θα ξεκινήσει πάλι απο την αρχή. Ό,τι κι αν σκορπίσει το σκοτάδι, το φως θα το ενώσει ξανά.
Δε λατρεύω τη νύχτα. Τη θαυμάζω. Καλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις των πραγμάτων. Σκοτεινιάζει τις αισθήσεις των ανθρώπων μα ταυτόχρονα γαληνεύει τις ψυχές τους.
Δεν είναι η μέρα και η νύχτα δύο πράγματα ασύνδετα,ξεχωριστά. Είναι δύο πρόσωπα του ίδιου πράγματος. Είναι η ευτυχία και η πίκρα.Η αισιοδοξία και η απογοήτευση. Είναι η φωτεινή και η σκοτέινή μου πλευρά. Είναι εγώ. Η μέρα και η νύχτα είμαι εγώ.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

ΟΝΕΙΡΟΚΟΣΜΟΣ

Και τι κόσμος είναι αυτός; Είναι σκληρός και άδικος; Προοδευτικός και φιλελεύθερος; Ή προσπαθεί να προχωρήσει μπροστά αλλά επειδή ειναι απο τη φύση του σκληρός και αδιάβρωτος αδυνατεί -όσο κι αν δε θέλουμε να το πιστέψουμε- να προοδεύσει;Όπως και να 'χει ζούμε στην εποχή όπου κυριαρχεί -πιο ΕΛΕΥΘΕΡΑ απο ποτέ-η κοινωνική δικτατορία και ο υπόγειος ψυχαναγκασμός. Τώρα θα μου πεις "η κοινωνία έχει προοδεύσει στο πέρασμα των χρόνων κι έχει χαρίσει στους ανθρώπους το πολύτιμο αγαθό της ελευθερίας". Δε θέλω να φανώ πνέυμα αντιλογίας, αλλά η ελευθερία είναι ένα πολυ ισχυρό αγαθό, το οποίο οπιστοδρομικοί και γεμάτοι προκαταλήψεις άνθρωποι που μπορεί να ζουν σε φαινομενικά ανεπτυγμένες χώρες (αχ Ελλάδα σ'αγαπώ) ,αδυνατούν να διαχειριστούν σωστά και πολλές φορές διαστρευλώνουν την ίδια τη σημασία της. Η ελευθερία δεν ήταν ποτέ εύκολο πράγμα. Κι αυτό γιατί τα όριά της ,αν και υπαρκτά, χάνονται μέσα στην απεραντοσύνη της. Ελευθερία ανθρώπινης συνύπαρξης. Υπάρχει; "Φυσικά, όλοι οι άνθρωποι μπορούν να ζουν αρμονικά" . Το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό να ρωτήσω είναι "σε ποια χώρα" ; Στη χώρα που οι αλλοδαποί ζουν σε μόνιμη άμυνα απο τη στιγμή που ,κάποια κακή τους τύχη, τους εγκλώβισε σ'αυτή και βρίσκονται στην κορυφή των κατηγοριών για όλα τα ανάποδα που της συμβάινουν;Στη χώρα που οι άνθρωποι διαφορετικής θρησκείας , χρώματος ή κουλτούρας απο έμας - που θεωρούμε τους εαυτούς μας τόσο ιδανικά πρώτυπα ανθρώπου - αντιμετωπίζουν την περιφρόνηση και το ρατσισμό;Στη χώρα που οι ομοφυλόφυλοι αποτελούν "απειλή" για τους υποτιθέμενα "διαλλακτικούς" έλληνες; Αν έτσι είναι η ελευθερία τότε η προτιμότερη άπάντηση -στο γνωστό δίλημμα- θα ήταν :"θάνατος". Άνθρωποι. Πολλοί διαφορετικοί άνθρωποι. Και απο αυτή την τελευταία μου φράση, ξεχνάμε συνεχώς το "άνθρωποι" και κρατάμε μονάχα το "διαφορετικοί", πράγμα που αντί να θεωρούμε πολιτισμικό πρoτέρημα ,μετατρέπουμε σε λόγο κοινωνικής αποστροφής. Δε μπορώ να βρω πουθενά την αιτία αυτής της τόσο πρωτόγονης συμπεριφοράς ανάμεσα σε τόσο όμοια όντα όσο οι άνθρωποι. Κάποιες φορές φαντάζομαι πόσο πιο όμορφος θα ήταν ο κόσμος αν βλέπαμε μια πιο απλουστευμένη πλευρά του. Στον κόσμο αυτό άνθρωποι θα έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά, πιστεύω ,αντιλήψεις, προτιμίσεις , όνειρα, βλέψεις και απόψεις και τίποτε απο αυτά δε θα μπαίνει εμπόδιο στις κοινωνικές τους σχέσεις. Στον κόσμο αυτό η κριτική θα γίνεται με στόχο το να καλυτερεύσει μια ιδέα , μια αντίληψη ,μια επιλογή και δε θα αποτελεί "όπλο" φαινομενικής γνώσης και υπεροχής απο εγωκεντικούς "wanna be someone's". Στον κόσμο αυτό οι άνθρωποι θα δίνουν σημασία στο λόγο και τα επιχειρήματα σου για να εξακριβώσουν κατά πόσο συμφωνούν μαζί σου κι όχι το χρώμα σου ή το νρύσιμο ή την καταγωγή ή τη δουλειά του μπαμπά ή,ή,ή... Ξέρω πως κόσμο σαν αυτό, μόνο τέλειοι -απο κάθε πλευρά- άνθρωποι θα μπορούσαν να φτιάξουν. Γι'αυτό και είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένο το μέλλον του δικού μας κόσμου. Δεν αποποιούμαι της ευθύνης. Είμαι μέρος αυτή της -όχι ιδανικής- ολότητας. Όμως ,ως ένας ακόμη απλός και όχι τόσο ξεχωριστός άνθρωπος, έχω τη δύναμη να προσπαθώ να γίνω κάτι καλύτερο απο αυτό που ήδη είμαι. Έχω την αντοχή να αλλάζω όσο μπορώ ότι μπορεί να σταθεί εμπόδιο στο να γίνω ο άνθρωπος που θα μπορούσε να ζει σε εκείνον τον ονειρικό κόσμο!Ξέρω κάλά πως δεν υπάρχει δυσκολότερο εγχείρημα από το να πας κόντρα σε αυτό που έχεις ήδη γίνει. Μα και τίποτα ομορφότερο από το να θες να έχεις τον καλύτερο εαυτό που μπορείς! Και ξέρω πως ο ονειρόκοσμος είναι σχεδόν άπιαστος για τα πεισματικά αδιάλλακτα μυαλά μας. Μα μια προσπάθεια αξίζει.Γιατί στο τέλος της μέρας θα μπορείς να πεις "Εγώ έκανα ότι μπορούσα γι'αυτό τον κόσμο. Ήρθε η δική σας σειρά τώρα."