Το δάσος ήταν πιο πράσινο απ'ότι φανταζόσουν.
Τα χρώματα σου 'κόβαν την ανάσα.
Προστάτες σου τα δέντρα, που σκίαζαν το δρόμο.
Δεν έβλεπες ουρανό παρά μόνο όταν εκείνα το επέτρεπαν.
Διάλεξες μονοπάτι δύσκολο.
Κάθε τόσο αναρωτιόσουν αν είναι το σωστό.
Κοντοστεκόσουν.
Κοιτούσες μια πίσω μια μπροστά.
Περίεργος δρόμος.
Σα να μην είχε τέλος.
Η μέρα έδινε τη θέση της στα χρώματα.
Ο ουρανός κοκκίνιζε.
Τα δέντρα άλλαζαν μορφές.
Σε λίγο όλα θα χάνονταν στο μαύρο.
Τρόμαζες.
Ήθελες να φτάσεις στην Ιθάκη σου.
Κι ήθελες ο ήλιος να σε πάει.
Σκοτάδι.
Τώρα το διάβα σου καλύφθηκε από φόβο.
Δεν έμαθες να είσαι μόνος στο σκοτάδι.
Τ βήματα σου άηχα.
Άκουγες τον παλμό σου.
Έκλεινες που και που τα μάτια.
Το τέρμα έμοιαζε κοντά.
Μα πάλι ο δρόμος έστριβε.
Τα δάκρυα ανέβαιναν στα μάτια σου.
Σταμάτησες.
Λύγισες πάνω απ'το δρόμο.
Σε τράβηξε κοντά του σα μαγνήτης.
Έπεσες.
Κι όταν σηκώθηκες ήσουν και πάλι στην αρχή.
Μπροστά σου δέκα μονοπάτια.
Τα δάκρυα πάγωσαν.
Τρομοκρατήθηκες.
Ανακουφίστηκες.
Μέτρησες προσεκτικά το κάθε μονοπάτι.
Εκείνο που 'χες διαλέξει στέκονταν μπροστά σου.
Κοίταξες εκατομμύρια φορές δεξιά κι αριστερά.
Πέρασαν μέρες.
Έκανες ένα βήμα.
Αβέβαιο.Τρομαγμένο.
Στο τέλος της μέρας προχωρούσες.
Το δάσος ήταν πιο πράσινο απ'ότι φανταζόσουν.
Τα χρώματα σου 'κόβαν την ανάσα.
Προστάτες σου τα δέντρα, που σκίαζαν το δρόμο.
Περίεργος δρόμος.
Σα να μην είχε τέλος.
Τα χρώματα σου 'κόβαν την ανάσα.
Προστάτες σου τα δέντρα, που σκίαζαν το δρόμο.
Δεν έβλεπες ουρανό παρά μόνο όταν εκείνα το επέτρεπαν.
Διάλεξες μονοπάτι δύσκολο.
Κάθε τόσο αναρωτιόσουν αν είναι το σωστό.
Κοντοστεκόσουν.
Κοιτούσες μια πίσω μια μπροστά.
Περίεργος δρόμος.
Σα να μην είχε τέλος.
Η μέρα έδινε τη θέση της στα χρώματα.
Ο ουρανός κοκκίνιζε.
Τα δέντρα άλλαζαν μορφές.
Σε λίγο όλα θα χάνονταν στο μαύρο.
Τρόμαζες.
Ήθελες να φτάσεις στην Ιθάκη σου.
Κι ήθελες ο ήλιος να σε πάει.
Σκοτάδι.
Τώρα το διάβα σου καλύφθηκε από φόβο.
Δεν έμαθες να είσαι μόνος στο σκοτάδι.
Τ βήματα σου άηχα.
Άκουγες τον παλμό σου.
Έκλεινες που και που τα μάτια.
Το τέρμα έμοιαζε κοντά.
Μα πάλι ο δρόμος έστριβε.
Τα δάκρυα ανέβαιναν στα μάτια σου.
Σταμάτησες.
Λύγισες πάνω απ'το δρόμο.
Σε τράβηξε κοντά του σα μαγνήτης.
Έπεσες.
Κι όταν σηκώθηκες ήσουν και πάλι στην αρχή.
Μπροστά σου δέκα μονοπάτια.
Τα δάκρυα πάγωσαν.
Τρομοκρατήθηκες.
Ανακουφίστηκες.
Μέτρησες προσεκτικά το κάθε μονοπάτι.
Εκείνο που 'χες διαλέξει στέκονταν μπροστά σου.
Κοίταξες εκατομμύρια φορές δεξιά κι αριστερά.
Πέρασαν μέρες.
Έκανες ένα βήμα.
Αβέβαιο.Τρομαγμένο.
Στο τέλος της μέρας προχωρούσες.
Το δάσος ήταν πιο πράσινο απ'ότι φανταζόσουν.
Τα χρώματα σου 'κόβαν την ανάσα.
Προστάτες σου τα δέντρα, που σκίαζαν το δρόμο.
Περίεργος δρόμος.
Σα να μην είχε τέλος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου